Ἁγιολόγιον - Δεκέμβριος 10


Οἱ Ἅγιοι Μηνᾶς ὁ Καλλικέλαδος, Ἑρμογένης καὶ Εὔγραφος

Ὁ Μηνᾶς ἦταν Ἀθηναῖος καὶ ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του εἰδωλολάτρης. Ὅταν ὅμως ἐκπαιδεύτηκε καὶ μορφώθηκε ἀρκετά, διαπίστωσε ὅτι ἡ πολυθεΐα ἦταν μᾶλλον ψέμα καὶ πλάνη. Στὴ μελέτη τῶν φιλοσόφων ἐπίσης, δὲν μπόρεσε νὰ βρεῖ κάτι τὸ ἀληθινό. Τότε προχώρησε στὴ μελέτη χριστιανικῶν συγγραμμάτων καὶ ἔπειτα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου καὶ βρῆκε αὐτὸ ποὺ τὸν γέμιζε ψυχικά, δηλαδὴ τὸ φῶς καὶ τὴν ἀλήθεια. Ἔτσι, ὁ Μῆνας ἔγινε χριστιανός. Ἀργότερα, ὁ βασιλιὰς Μαξιμίνος (311-313), μὴ γνωρίζοντας ὅτι εἶναι χριστιανός, τὸν ἔκανε ἔπαρχο Ἀλεξανδρείας. Ἀλλὰ ὅταν ὁ βασιλιὰς αὐτὸς διέταξε διωγμοὺς στὴν πόλη αὐτή, ὁ Μηνᾶς ὄχι μόνο δὲν ἐξετέλεσε τὴν διαταγή, ἀλλὰ καὶ συνετέλεσε νὰ πληθυνθοῦν οἱ χριστιανικὲς τάξεις. Τότε ὁ Μαξιμίνος ἔστειλε νέο ἔπαρχο, τὸν Ἀθηναῖο λόγιο Ἑρμογένη. Αὐτός, τηρῶντας τὸ γράμμα τοῦ νόμου, βασάνισε σκληρὰ τὸ Μηνᾶ καὶ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακή, γιὰ νὰ πεθάνει ἐκεῖ μέσα ἀπὸ τὶς πληγές του. Μετὰ ἀπὸ καιρό, ὅταν ὁ Ἑρμογένης ἔστειλε νὰ διαπιστώσουν ἂν καὶ πότε πέθανε ὁ Μηνᾶς, διαπίστωσαν ὅτι ὄχι μόνο δὲν εἶχε πεθάνει, ἀλλὰ καὶ οἱ πληγές του θεραπεύθηκαν. Τότε δημόσια τὸν ῥώτησε πὼς ἔγινε αὐτό. Ὁ Μηνᾶς ἀπάντησε ὅτι θεραπεύθηκε τὴν ὥρα ποὺ πεσμένος στὸ ἔδαφος ἔψαλλε: «Ἐὰν πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ μετ᾿ ἐμοῦ εἶ Κύριε». Ἐὰν δηλαδὴ ἀντικρίσω τὸ θάνατο, δὲ θὰ φοβηθῶ μήπως πάθω κακό, διότι σὺ εἶσαι μαζί μου, Κύριε. Ἡ ἀπάντηση εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ γίνει χριστιανὸς ὁ Ἑρμογένης καὶ κάποιος διακεκριμένος πολίτης, ὁ Εὔγραφος. Ἀργότερα, ὅλους μαζὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν.


Ὁ Ἅγιος Γέμελος ὁ Πολύαθλος

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτη (361-363) καὶ πατρίδα του ἦταν ἡ Ἄγκυρα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὅταν κάποτε ὁ Ἰουλιανὸς πέρασε ἀπὸ τὴν πατρίδα του, πληροφορήθηκε, ὅτι ὁ Χριστιανὸς αὐτὸς δὲν ἔπαψε νὰ ἀγωνίζεται καὶ νὰ προσελκύει εἰδωλολάτρες στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ὅταν διέταξε καὶ τὸν ὁδήγησαν μπροστά του, ὁ Γέμελος δὲν δίστασε καὶ ἐκεῖ νὰ ὁμολογήσει τὰ τῆς χριστιανικῆς πίστης. Ὁ Ἰουλιανὸς ἐξοργισμένος, διέταξε καὶ τοῦ ἔμπηξαν μυτερὰ ξύλα κατὰ μῆκος τῶν δακτύλων του. Κατόπιν ἔβαλαν πάνω στὸ σῶμα του πυρακτωμένο σίδερο καὶ στὴ συνέχεια τὸν χτύπησαν ἀλύπητα μὲ σιδερένια καὶ ἀγκυλωτὰ ῥαβδιά. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Γέμελος δὲν πτοήθηκε, τὸν σταύρωσαν καὶ ἔτσι παρέδωσε στὸν στεφανοδότη Κύριο τὴν ἁγία του ψυχή.


Ὁ Ὅσιος Θωμᾶς ὁ Δεφουρκινός

Μὲ τὴν προσευχή, τὴν ἐξομολόγηση, τὴν μελέτη, τὴν ἀγρυπνία, τὴν μεγάλη ἐγκράτεια καὶ τὴν θεία κοινωνία, ἐνισχυόταν ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Ὅσιος Θωμᾶς ὅταν ἦταν νέος, ἀπὸ τοὺς μολυσμοὺς τῆς σάρκας καὶ τοῦ πνεύματος. Ἔζησε τὸν 9ο μ. Χ. αἰῶνα, καὶ ἡ πατρίδα του βρισκόταν στοὺς πρόποδες τοῦ ὄρους Κυμιναίου. Ἀνατράφηκε χριστιανικὰ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, διατηρῶντας τὴν πίστη καὶ τὴν ἁγνότητά του ἀπὸ τὴν νεανική του ἀνάπτυξη. Κινούμενος ἀπὸ ἱερὸ πόθο ὁ Θωμᾶς, ἐπισκέφθηκε πολλὰ μοναστήρια καὶ ἀποκόμισε πολλὲς ἀρετὲς ἀπὸ τὰ ἐκεῖ μεγάλα ὑποδείγματα τῆς εὐσέβειας. Ἀργότερα ἔγινε καὶ ἴδιος μοναχὸς καὶ δίδασκε μὲ ζῆλο τὸ Εὐαγγέλιο μαζὶ μὲ ἄλλους μοναχοὺς σὲ πόλεις καὶ χωριά, κατὰ τὶς τεσσαρακοστές. Ὁ ἐκεῖ ἐπίσκοπος, ἐκτιμοῦσε τόσο πολὺ τὶς μεγάλες ἀρετὲς τοῦ Θωμᾶ, ὥστε ὅταν κάποιος μεγιστάνας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔκτισε Μονὴ κοντὰ στὸ Σαγκάριο ποταμό, τὸν διόρισε ἡγούμενό της. Ἡ προτίμηση αὐτὴ δικαιώθηκε περίτρανα, διότι ὁ Θωμᾶς κυβέρνησε τὸ μοναστήρι μὲ πολλὴ τάξη καὶ ὑπῆρξε πρότυπο μοναχικῆς ζωῆς στοὺς συμμοναστές του. Ἰδιαίτερα πολλαπλασίασε τοὺς οἰκονομικοὺς πόρους τῆς Μονῆς, γιὰ νὰ βοηθάει αὐτοὺς ποὺ προσέφευγαν σ᾿ αὐτή. Ὁ Ὅσιος Θωμᾶς ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος. Κάποτε μάλιστα, ἔγραψε ἀπάντηση στὸν βασιλιὰ Λέοντα τὸ σοφό, χωρὶς ν᾿ ἀνοίξει τὴν ἐπιστολὴ ποὺ τοῦ ἔστειλε! Ἀργότερα ὁ Θωμᾶς, ἀποσύρθηκε σὲ κάποιο εἰρηνικὸ ἡσυχαστήριο καὶ ἐκεῖ τὸν βρῆκε ὁ θάνατος σὲ βαθιὰ γεράματα, ἀλλὰ καὶ σὲ συνεχὴ πνευματικὴ ἄνθιση καὶ ἀκμή.


Ὁ Ἅγιος Θεότεκνος

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.


Ὁ Ἅγιος Μαριανός

Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισμοῦ.


Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν χτύπησαν μὲ ξύλα μέχρι θανάτου. σ᾿ ἄλλο Συναξαριστὴ ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μετὰ τοῦ Ἁγίου Μαρίνου.


Σύναξις Άρχιστρατήγου Μιχαὴλ «ἐν τοῖς Ἄδδα» (ἢ Ἀδδᾶ)

Γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν ἔχουμε καμιὰ ἄλλη πληροφορία.